Ποίηση 

Μαγδαληνή  Αρτεμισία

Το να είσαι ποιητής σημαίνει να είσαι επισκέπτης σε μια μακρινή ακτή μέχρι να πεθάνεις.

Halldór Laxness, 1902-1998, Ισλανδός συγγραφέας [Νόμπελ 1955]


ΑΡΕΘΟΥΣΑ ΚΑΙ ΑΛΦΕΙΟΣ 

Νύμφη λούζει τα πυρόξανθα μαλλιά της, κλέβοντας την ομορφιά της πανσελήνου πάνω της .

Κείνο το βράδυ ήταν που τ' αστέρια τρεμοπαίζανε μες της λίμνης την υπόσταση.

Kαι η φύση ακόμη σώπαινε, ν' ακούσει κάθε ιερό της παφλασμό.

Τραγούδι ερωτικό η φωνή που έσταζε απ' τα χείλη, καθώς σερνότανε απαλά τ' αέρι μαγεμένο.

Μοιραία πλησίασε κυνηγός, αφήνοντας το καρτέρι του να περιμένει μοναχό του.

Κοίταζε πλανεμένος, με σκέψεις που έσταζαν λάδι στο πυρωμένο του όνειρο.

Όρμησε στ' αγιαστήριο της Νύμφης, ανήμπορος να κατευνάσει τους ασεβείς του πόθους.

Κείνη μπήκε σε σύννεφο φτιαγμένο απο ευλάβεια και πέταξε, αρνούμενη, κρεμάμενη του φόβου.

Στην Όρτυγία έφθασε με δάκρυα που έλιωσαν το σύννεφο, με προσευχές που ήθελαν το

αψεγάδιαστο σώμα με σεβασμό να το κατακρημνίσουν.

Σα βροχοομίχλη έπεσε και έγινε πηγή καθάρια, γάργαρη ζωοποιός της φύσης.

Δε βάσταξε ο κυνηγός, με μια βίαιη πυγμή, βούτηξε στο αλμυρίσιο πέλαγος για να την συναντήσει.

Γλυκό ποτάμι υποθαλάσσιο με μια πνοή του έρωτα τραγούδι, διέσχισε τη θάλασσα ανέγγιχτος

απ' οτιδήποτε ξένο στους λογισμούς του.

Όντας καταχτητής του ονείρου του, έλουσε με την υγρή του φορεσιά τη Νύμφη που αγάπησε,

κι απο την ένωση αυτή γεννάτε η ζωή, σ' αυτούς τους τόπους που διψούσαν αναγέννηση. 


    Νυχτερινό Παράπονο

   Χάνεται η μέρα και μαζί της χάνονται και κι όλα τα ήλιοστάλακτα όνειρα που μου χάρισε.

Εκεί που κρέμεται ο αυριανός ήλιος, έχουν εναποτεθεί μικρές ελπίδες που περιμένουν λίγη προσταγή.

Ω.. Βασίλεμα μου εσύ ερωτικό που θέση δίνεις στην πραγμάτωση των μυστικών σχεδίων, κάνε

τις αχαλιναγώγητες επιιθυμιές που στροβιλίζονται στο βλέμμα σου, να ταξιδέψουν προς τα εδώ.

Το φεγγάροξύπνημα με θορυβεί, κλέβοντας λίγο πόθο, κάνοντάς τον στολίδι της αυγής σου.

Μόνη μου πορεύομαι σα φάντασμα που γη δεν έχει, κι αποκοιμιέμαι συντροφιά με τα θαλασσοπούλια.

Βράχια σκεπάζουν τις σκιές και άστρα τις ξυπνούν, να βγουν και να φλερτάρουν με τη θάλασσα.

Ψίθυροι σωπαίνουν χορεύοντας με τον απόηχο της νύχτας, και γω να περιμένω την αγάπη που δεν

έρχεται.

Τρυφερή εικόνα το φεγγάρι, να ξαπλώνει στα νερά, νανουρίζοντας με γαλήνιο τραγούδι τις ψυχές

που τ' αντικρίζουν.

Ψυχή μου κοίταξε κι εσύ να πάρεις θάρρος, σαν έρθει το γλυκοχάραμα να μη σε δει να κλαίς.

Παράπονο μου εσύ μοναδικό και ιδιαίτερο, βαρκούλα πλέκω τον χρόνο που μας σταματά, και

τα πανιά κεντάω κόκκινο χρώμα ελκυστικό, για να σε βάλω μέσα.

Κόβω την άγκυρα και την αφήνω στην αμμούδα σα σημάδι, σα πληγή που μονάχη της ζει.

Και τώρα φύγε μακριά, μη σε δουν οι περήφανες ηλιαχτίδες και με προσπεράσουν...


      ΣΙΣΥΦΙΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

 Παίρνεις επάνω σου, το βαρύ φορτίο μιας απόλαυσης κι ανηφορίζεις.

Τον δρόμο που βαδίζεις προσεκτικά, τον ξέρεις τόσο καλά, όσο και τον ποθείς.

Τίποτα δεν πέφτει απ' τη γέφυρα, που πάς ν' αρμολογήσεις.

Κάθε που αφήνεις ένα μικρό λιθάρι, σταματάς και γεύεσαι,

μια σύντομη χαρά ελευθερίας.

Σηκώνεις το βάρος της προσδοκίας και ξαναξεκινάς.

Μοιάζει σα καινούρια αναπόδραστη φαυλότητα που εκούσια θέτεις σε ισχύ.

Στην αιώνια επιστροφή, προσπαθείς μάταια, να θυμηθείς πως πραγματικά

πρέπει να χτίζεις.

Κάθε που νοιώθεις μέσα σου τη φράση : << επίσχες το ύδωρ >>, σε σκεπάζει

ένα ατέρμονο κι άγριο πείσμα.

Αύρα που αυτοτιμωρείται δίχως να εξαγνίζει την επιθυμία.

Φλογερό και καταστρεπτικό είναι το σχέδιο που νοερά συναντά τον έρωτα.

Οι αλήθειες, μοιάζουν ατίθασα παιδιά να ζητούν καραμέλες.

Δίχως να χάνεις τον καιρό σου, βάζεις το χέρι μες την γυάλα.

Κι έτσι λοιπόν, εθελοτυφλείς ρίχνοντας την αρμονία που ζητάς,

δίπλα απ' τη γέφυρα σου.


Η Ιστοσελίδα υλοποιήθηκε το 2016
Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε